πετροβόλος: Difference between revisions

From LSJ

φιλοτιμία καλεῖ τέχν' ὑπερόντα κτλ. → ambition for honor is calling superior sons ... (Inscription on church wall, Constantinople)

Source
(c2)
(6_18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0606.png Seite 606]] Steine werfend, schleudernd, Xen. Hell. 2, 4, 12; von den Ballisten, Pol. 5, 4, 6. 8, 9, 2.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0606.png Seite 606]] Steine werfend, schleudernd, Xen. Hell. 2, 4, 12; von den Ballisten, Pol. 5, 4, 6. 8, 9, 2.
}}
{{ls
|lstext='''πετροβόλος''': -ον, ὁ ῥίπτων πέτρους, δηλ. λίθους, Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 12. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., [[πετροβόλος]], ὁ, μηχανὴ πολεμική, δι’ ἧς ἔρριπτον πέτρους, τὸ Λατ. ballista, Πολύβ. 5. 4, 6, κτλ.· διακρινόμενον ἀπὸ τοῦ [[καταπέλτης]], ὁ αὐτ. 8. 9, 2· ἐν ᾧ ὁ Διόδ. 18. 51· μνημονεύει καταπέλτας ὀξυβελεῖς τε καὶ πετροβόλους· οὐδ. πετροβόλα (δηλ. ὄργανα), ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ δορυβόλα, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 9. 10, 3.
}}
}}

Revision as of 11:36, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πετροβόλος Medium diacritics: πετροβόλος Low diacritics: πετροβόλος Capitals: ΠΕΤΡΟΒΟΛΟΣ
Transliteration A: petrobólos Transliteration B: petrobolos Transliteration C: petrovolos Beta Code: petrobo/los

English (LSJ)

(parox.), ον,

   A throwing stones, X.HG2.4.12.    II Subst. πετροβόλος, ὁ, engine for throwing stones, Plb.5.4.6, LXXJb.41.19, Ath.Mech.34.2, etc.; distd. from καταπέλτης, Plb.8.7.2 (but καταπέλτας ὀξυβελεῖς τε καὶ πετροβόλους D.S.18.51, cf. IG22.468.1): neut. πετροβόλα (sc. ὄργανα), opp. δορυβόλα, J.AJ9.10.3.    2 sling, v.l. in LXX 1 Ki.14.14.    III λίθοι πετρόβολοι hurled as from a sling, of hailstones, ib.Ez.13.11, 13.

German (Pape)

[Seite 606] Steine werfend, schleudernd, Xen. Hell. 2, 4, 12; von den Ballisten, Pol. 5, 4, 6. 8, 9, 2.

Greek (Liddell-Scott)

πετροβόλος: -ον, ὁ ῥίπτων πέτρους, δηλ. λίθους, Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 12. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., πετροβόλος, ὁ, μηχανὴ πολεμική, δι’ ἧς ἔρριπτον πέτρους, τὸ Λατ. ballista, Πολύβ. 5. 4, 6, κτλ.· διακρινόμενον ἀπὸ τοῦ καταπέλτης, ὁ αὐτ. 8. 9, 2· ἐν ᾧ ὁ Διόδ. 18. 51· μνημονεύει καταπέλτας ὀξυβελεῖς τε καὶ πετροβόλους· οὐδ. πετροβόλα (δηλ. ὄργανα), ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ δορυβόλα, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 9. 10, 3.