ἀντικαλέω: Difference between revisions

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
(6_20)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντικᾰλέω''': προσκαλῶ τὸν προσκαλέσαντά με, [[οὔτε]] μὴν ὡς ἀντικληθησόμενος καλεῖ μέ τις Ξεν. Συμπ. 1. 15, κατὰ παθ. μέλλ.
|lstext='''ἀντικᾰλέω''': προσκαλῶ τὸν προσκαλέσαντά με, [[οὔτε]] μὴν ὡς ἀντικληθησόμενος καλεῖ μέ τις Ξεν. Συμπ. 1. 15, κατὰ παθ. μέλλ.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />inviter à son tour.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[καλέω]].
}}
}}

Revision as of 19:42, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντικᾰλέω Medium diacritics: ἀντικαλέω Low diacritics: αντικαλέω Capitals: ΑΝΤΙΚΑΛΕΩ
Transliteration A: antikaléō Transliteration B: antikaleō Transliteration C: antikaleo Beta Code: a)ntikale/w

English (LSJ)

   A invite in turn, X.Smp.1.15(in fut. Pass. -κληθήσομαι), cf.Ev.Luc.14.12.

German (Pape)

[Seite 252] (s. καλέω), dagegen rufen, einladen, Xen. Conv. 1, 15; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντικᾰλέω: προσκαλῶ τὸν προσκαλέσαντά με, οὔτε μὴν ὡς ἀντικληθησόμενος καλεῖ μέ τις Ξεν. Συμπ. 1. 15, κατὰ παθ. μέλλ.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
inviter à son tour.
Étymologie: ἀντί, καλέω.