Δωδώνη: Difference between revisions

From LSJ

εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter

Source
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Δωδώνη''': ἡ, [[πόλις]] ἐν Ἠπείρῳ, [[ἕδρα]] τοῦ ἀρχαιοτάτου μαντείου τοῦ [[Διός]], Ἰλ. ΙΙ. 234, Ὀδ. Ξ. 327, Τ. 296, οὗ οἱ χρησμοὶ ἐδίδοντο ἔκ τινος δρυὸς (φηγοῦ), Ἡσ. παρὰ Στράβ. 327, παρὰ τῷ Σχολ. Σοφ. Τρ. 1174, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 382, κτλ.· - Ὁ Σοφ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου μεταχειρίζεται τοὺς ἑτεροκλίτ. τύπους Δωδῶνος, -ῶνι, -ῶνα, (ὡς εἰ ἐξ ὀνομαστ. Δωδών). Ἀποσπ. 401, Τρ. 172. - Ἐπίθ. Δωδωναῖος, α, ον, Ἰλ. Π. 233, Αἰσχύλ.· θηλ. Δωδωνίς, ίδος, Σοφ. Ἀποσπ. 401, παρ’ Ἀριστ. Ρητ. 2. 23, 11.
|lstext='''Δωδώνη''': ἡ, [[πόλις]] ἐν Ἠπείρῳ, [[ἕδρα]] τοῦ ἀρχαιοτάτου μαντείου τοῦ [[Διός]], Ἰλ. ΙΙ. 234, Ὀδ. Ξ. 327, Τ. 296, οὗ οἱ χρησμοὶ ἐδίδοντο ἔκ τινος δρυὸς (φηγοῦ), Ἡσ. παρὰ Στράβ. 327, παρὰ τῷ Σχολ. Σοφ. Τρ. 1174, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 382, κτλ.· - Ὁ Σοφ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου μεταχειρίζεται τοὺς ἑτεροκλίτ. τύπους Δωδῶνος, -ῶνι, -ῶνα, (ὡς εἰ ἐξ ὀνομαστ. Δωδών). Ἀποσπ. 401, Τρ. 172. - Ἐπίθ. Δωδωναῖος, α, ον, Ἰλ. Π. 233, Αἰσχύλ.· θηλ. Δωδωνίς, ίδος, Σοφ. Ἀποσπ. 401, παρ’ Ἀριστ. Ρητ. 2. 23, 11.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />Dodone, <i>ville d’Épire, sanctuaire de Zeus</i>.
}}
}}

Revision as of 19:52, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δωδώνη Medium diacritics: Δωδώνη Low diacritics: Δωδώνη Capitals: ΔΩΔΩΝΗ
Transliteration A: Dōdṓnē Transliteration B: Dōdōnē Transliteration C: Dodoni Beta Code: *dwdw/nh

English (LSJ)

ἡ, Dodona, in Epirus, the seat of the most ancient oracle of Zeus, Il.16.234, Od.14.327, Hes.Fr.134,212, A.Pr.830, etc.: heterocl. forms Δωδῶνος, -ῶνι (as if from Δωδών), S.Fr.460, Tr.172:

   A Δωδώνᾱθεν Pi.N.4.53; Δωδώνηθε Call.Del.284: a nom. Δωδώ, Simm. ap.Str.8.5.3.:—Adj. Δωδωναῖος, α, ον, Il.16.233, A.Supp.258, Cratin. 5.: prov., Δωδωναῖον χαλκεῖον chatterbox, Eust.335.45:—fem. Δωδωνίς, ίδος, S.Fr.456, Hdt.2.53, Pherecyd.90 J.

Greek (Liddell-Scott)

Δωδώνη: ἡ, πόλις ἐν Ἠπείρῳ, ἕδρα τοῦ ἀρχαιοτάτου μαντείου τοῦ Διός, Ἰλ. ΙΙ. 234, Ὀδ. Ξ. 327, Τ. 296, οὗ οἱ χρησμοὶ ἐδίδοντο ἔκ τινος δρυὸς (φηγοῦ), Ἡσ. παρὰ Στράβ. 327, παρὰ τῷ Σχολ. Σοφ. Τρ. 1174, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 382, κτλ.· - Ὁ Σοφ. χάριν τοῦ μέτρου μεταχειρίζεται τοὺς ἑτεροκλίτ. τύπους Δωδῶνος, -ῶνι, -ῶνα, (ὡς εἰ ἐξ ὀνομαστ. Δωδών). Ἀποσπ. 401, Τρ. 172. - Ἐπίθ. Δωδωναῖος, α, ον, Ἰλ. Π. 233, Αἰσχύλ.· θηλ. Δωδωνίς, ίδος, Σοφ. Ἀποσπ. 401, παρ’ Ἀριστ. Ρητ. 2. 23, 11.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Dodone, ville d’Épire, sanctuaire de Zeus.