Βοιώτιος: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκμαίρου → analyze the unknown based on the known

Source
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_1)
Line 4: Line 4:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=Boeotian; subst. Βοιωτοί, Boeotians.
|auten=Boeotian; subst. Βοιωτοί, Boeotians.
}}
{{Slater
|sltr=[[Βοιώτιος]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> Boeotian [[ἀρχαῖον]] [[ὄνειδος]] Βοιωτίαν ὗν (O. 6.90) ἦν [[ὅτε]] σύας Βοιώτιον [[ἔθνος]] ἔνεπον (cf. Σ. (O. 6.152), [[ὅτι]] διὰ τὴν ἀγροικίαν καὶ τὴν ἀναγωγίαν τὸ παλαιὸν οἱ Βοιωτοὶ ὕες ἐκαλοῦντο) fr. 83. pl. pro subs., ἀγῶνές τ' ἔννομοι Βοιωτίων (βοιωτῶν, -ίας vv. ll.: -ιοι byz.) (O. 7.85)
}}
}}

Revision as of 14:30, 17 August 2017

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Béotie, Béotien ; en mauv. part lourdaud, béotien.
Étymologie: Βοιωτός.

English (Autenrieth)

Boeotian; subst. Βοιωτοί, Boeotians.

English (Slater)

Βοιώτιος
   1 Boeotian ἀρχαῖον ὄνειδος Βοιωτίαν ὗν (O. 6.90) ἦν ὅτε σύας Βοιώτιον ἔθνος ἔνεπον (cf. Σ. (O. 6.152), ὅτι διὰ τὴν ἀγροικίαν καὶ τὴν ἀναγωγίαν τὸ παλαιὸν οἱ Βοιωτοὶ ὕες ἐκαλοῦντο) fr. 83. pl. pro subs., ἀγῶνές τ' ἔννομοι Βοιωτίων (βοιωτῶν, -ίας vv. ll.: -ιοι byz.) (O. 7.85)