ἐπίνικος: Difference between revisions

From LSJ

πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do

Source
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίνῑκος''': -ον, = τῷ προηγ., Πινδ. Ο. 8, 99, Στράττις ἐν «Πυτίσῳ» 1· [[ἐπίνικος]] (ἐξυπ. [[ὕμνος]]), ὁ, Ἀριστείδ. 2. σ. 373, πρβλ. Böckh Σχόλ. εἰς Πίνδ. σ. 460.
|lstext='''ἐπίνῑκος''': -ον, = τῷ προηγ., Πινδ. Ο. 8, 99, Στράττις ἐν «Πυτίσῳ» 1· [[ἐπίνικος]] (ἐξυπ. [[ὕμνος]]), ὁ, Ἀριστείδ. 2. σ. 373, πρβλ. Böckh Σχόλ. εἰς Πίνδ. σ. 460.
}}
{{Slater
|sltr=<b>ἐπῐνῑκος, ἐπῐνῑκῐος, -ον</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> of [[victory]] ἀλλ' ἐμὲ χρὴ φράσαι [[χειρῶν]] [[ἄωτον]] Βλεψιάδαις ἐπίνικον (O. 8.75) ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς (N. 4.78)
}}
}}

Revision as of 14:32, 17 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπίνικος Medium diacritics: ἐπίνικος Low diacritics: επίνικος Capitals: ΕΠΙΝΙΚΟΣ
Transliteration A: epínikos Transliteration B: epinikos Transliteration C: epinikos Beta Code: e)pi/nikos

English (LSJ)

ον, = foreg.,

   A ἄωτος Pi.O.8.75, cf. Stratt.40 (dub.l.): Subst. ἐπίνικος (sc. ὕμνοσ, ὁ, Aristid.Or.28(49).34, 61 (pl.).

German (Pape)

[Seite 965] dasselbe, Pind. Ol. 8, 75, χειρῶν ἄωτον.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπίνῑκος: -ον, = τῷ προηγ., Πινδ. Ο. 8, 99, Στράττις ἐν «Πυτίσῳ» 1· ἐπίνικος (ἐξυπ. ὕμνος), ὁ, Ἀριστείδ. 2. σ. 373, πρβλ. Böckh Σχόλ. εἰς Πίνδ. σ. 460.

English (Slater)

ἐπῐνῑκος, ἐπῐνῑκῐος, -ον
   1 of victory ἀλλ' ἐμὲ χρὴ φράσαι χειρῶν ἄωτον Βλεψιάδαις ἐπίνικον (O. 8.75) ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς (N. 4.78)