ἀγυρτεύω: Difference between revisions

From LSJ

Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζεινexplain Homer from Homer, explain Homer with Homer

Source
(6_20)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγυρτεύω''': σω, εἶμαι [[ἀγύρτης]], Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.
|lstext='''ἀγυρτεύω''': σω, εἶμαι [[ἀγύρτης]], Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[vivir de limosna]]de adivinos ambulantes ἀπὸ μουσικῆς καὶ μαντικῆς Str.7.fr.18, de médicos, Gr.Nyss.<i>Eun</i>.1.42, cf. Sch.Luc.<i>Alex</i>.13.
}}
}}

Revision as of 11:45, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀγῠρτεύω Medium diacritics: ἀγυρτεύω Low diacritics: αγυρτεύω Capitals: ΑΓΥΡΤΕΥΩ
Transliteration A: agyrteúō Transliteration B: agyrteuō Transliteration C: agyrteyo Beta Code: a)gurteu/w

English (LSJ)

   A live by begging as a vagabond, ἀπὸ μουσικῆς καὶ μαντικῆς Str.7Fr.18, cf. Sch.Luc.Alex.13.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγυρτεύω: σω, εἶμαι ἀγύρτης, Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.

Spanish (DGE)

vivir de limosnade adivinos ambulantes ἀπὸ μουσικῆς καὶ μαντικῆς Str.7.fr.18, de médicos, Gr.Nyss.Eun.1.42, cf. Sch.Luc.Alex.13.