ἀτεραμνώδης: Difference between revisions

From LSJ

τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger

Source
(6_7)
(big3_7)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀτεραμνώδης''': -ες, ([[εἶδος]] ὃν δὲν δύναταί τις νὰ μαλακώσῃ, νὰ καταστήσῃ μαλακόν, Γαλην.
|lstext='''ἀτεραμνώδης''': -ες, ([[εἶδος]] ὃν δὲν δύναταί τις νὰ μαλακώσῃ, νὰ καταστήσῃ μαλακόν, Γαλην.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ες [[duro]] ὕδατα Gal.17(2).187.
}}
}}

Revision as of 12:06, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀτεραμνώδης Medium diacritics: ἀτεραμνώδης Low diacritics: ατεραμνώδης Capitals: ΑΤΕΡΑΜΝΩΔΗΣ
Transliteration A: ateramnṓdēs Transliteration B: ateramnōdēs Transliteration C: ateramnodis Beta Code: a)teramnw/dhs

English (LSJ)

ες,

   A not to be softened, ὕδατα Gal.17(2).187.

German (Pape)

[Seite 385] ες, vom Wasser, hart, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀτεραμνώδης: -ες, (εἶδος ὃν δὲν δύναταί τις νὰ μαλακώσῃ, νὰ καταστήσῃ μαλακόν, Γαλην.

Spanish (DGE)

-ες duro ὕδατα Gal.17(2).187.