ἀλφιτόμαντις: Difference between revisions
From LSJ
Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον → Cum recta fatur, improbum odi maxime → Den Schlechten hass' ich, wenn ein gutes Wort er spricht
(6_8) |
(big3_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀλφῐτόμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ προφητεύων τὰ μέλλοντα ἐξ ἀλφίτων (χονδροκοπανισμένης κριθῆς) Α. Β. 52, [[Πολυδ]]. 7. 188., Ἡσύχ.· πρβλ. [[ἀλευρόμαντις]], [[ἀλφιτοσκόπος]]. | |lstext='''ἀλφῐτόμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ προφητεύων τὰ μέλλοντα ἐξ ἀλφίτων (χονδροκοπανισμένης κριθῆς) Α. Β. 52, [[Πολυδ]]. 7. 188., Ἡσύχ.· πρβλ. [[ἀλευρόμαντις]], [[ἀλφιτοσκόπος]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ὁ<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [tb. ἡ Hsch.]<br />[[adivino por medio de harina de cebada]] Iambl.<i>Myst</i>.3.17, Phryn.<i>PS</i> p.91, Porph.<i>Ep.Aneb</i>.15, Poll.7.188, Hsch.s.u. ἀλφιτοσκόποι. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:09, 21 August 2017
English (LSJ)
εως, ὁ, ἡ,
A one that divines from barley-meal, Iamb.Myst.3.17, Phryn. PS p.91 B., Poll.7.188, Hsch.
German (Pape)
[Seite 112] ὁ, aus Gerstengraupen prophezeihend, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλφῐτόμαντις: -εως, ὁ, ἡ, ὁ προφητεύων τὰ μέλλοντα ἐξ ἀλφίτων (χονδροκοπανισμένης κριθῆς) Α. Β. 52, Πολυδ. 7. 188., Ἡσύχ.· πρβλ. ἀλευρόμαντις, ἀλφιτοσκόπος.
Spanish (DGE)
-εως, ὁ
• Morfología: [tb. ἡ Hsch.]
adivino por medio de harina de cebada Iambl.Myst.3.17, Phryn.PS p.91, Porph.Ep.Aneb.15, Poll.7.188, Hsch.s.u. ἀλφιτοσκόποι.