Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀλφιτοσκόπος

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → Scit, quod cupiscit, femina, ulterius nihil → Denn eine Frau versteht nur, was sie will, sonst nichts

Menander, Monostichoi, 87
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτοσκόπος Medium diacritics: ἀλφιτοσκόπος Low diacritics: αλφιτοσκόπος Capitals: ΑΛΦΙΤΟΣΚΟΠΟΣ
Transliteration A: alphitoskópos Transliteration B: alphitoskopos Transliteration C: alfitoskopos Beta Code: a)lfitosko/pos

English (LSJ)

ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Hsch. (-σκόπαι cod.).

Spanish (DGE)

-ου, ὁ adivino por medio de harina de cebada Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτοσκόπος: ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ἀλφιτοσκόπος, ο (Α)
κατά τον Ησύχ. ο «ἀλφιτομάντις», αυτός που ασκεί τη μαντική τών αλφίτων, την αλευρομαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄλφιτον (-α) + -σκόπος < σκοπός.