ἀποδεικτός: Difference between revisions

From LSJ

Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)

Source
(6_10)
(big3_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποδεικτός''': -ή, -όν, (Φιλόδημ. ἐν Vol. Herc. 1. 61D), ὁ δυνάμενος νὰ ἀποδειχθῇ, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 10., 7, καὶ ἀλλ. 2) ἀποδεικνυόμενος, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 6. 6, 1, κτλ. Περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Λοβ. Παραλειπ. 498.
|lstext='''ἀποδεικτός''': -ή, -όν, (Φιλόδημ. ἐν Vol. Herc. 1. 61D), ὁ δυνάμενος νὰ ἀποδειχθῇ, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 10., 7, καὶ ἀλλ. 2) ἀποδεικνυόμενος, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 6. 6, 1, κτλ. Περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Λοβ. Παραλειπ. 498.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[demostrable]], [[αἴτημα]] Arist.<i>APo</i>.76<sup>b</sup>33, cf. 90<sup>b</sup>10.<br /><b class="num">2</b> [[demostrado]] τὸ ἐπιστητὸν Arist.<i>EN</i> 1140<sup>b</sup>35.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποδεικτός Medium diacritics: ἀποδεικτός Low diacritics: αποδεικτός Capitals: ΑΠΟΔΕΙΚΤΟΣ
Transliteration A: apodeiktós Transliteration B: apodeiktos Transliteration C: apodeiktos Beta Code: a)podeikto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A demonstrable or to be demonstrated, Arist.AP0.76b33, al.    2 demonstrated, Id.EN1140b32.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποδεικτός: -ή, -όν, (Φιλόδημ. ἐν Vol. Herc. 1. 61D), ὁ δυνάμενος νὰ ἀποδειχθῇ, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 10., 7, καὶ ἀλλ. 2) ἀποδεικνυόμενος, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 6. 6, 1, κτλ. Περὶ τοῦ τονισμοῦ ἴδε Λοβ. Παραλειπ. 498.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 demostrable, αἴτημα Arist.APo.76b33, cf. 90b10.
2 demostrado τὸ ἐπιστητὸν Arist.EN 1140b35.