βαλαντιοτομέω: Difference between revisions
From LSJ
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
(Bailly1_1) |
(big3_8) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=-ῶ :<br />couper des bourses, être coupe-bourse.<br />'''Étymologie:''' [[βαλαντιοτόμος]]. | |btext=-ῶ :<br />couper des bourses, être coupe-bourse.<br />'''Étymologie:''' [[βαλαντιοτόμος]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=v. [[βαλλαντιοτομέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:20, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 428] Beutelschneider sein, Plat. Rep. IX, 575 b u. Folgde; B. A. 30 βαλάντια ἀποτεμεῖν.
Greek (Liddell-Scott)
βᾰλαντιοτομέω: κόπτω καὶ κλέπτω βαλλάντια, Πλάτ. Πολ. 575Β, Ξεν. Ἀπομν. 1. 2, 62· – καὶ βᾰλαντιο-τόμος, ον, ὁ λαθραίως κόπτων τὸ βαλλ., Τηλεκλείδ. Ἡσ. 8, Ἔκφαντ. ἐν Ἀδήλ. 3, Πλάτ. Πολ. 552D· – ἀλλὰ πιθ. διορθωτέον βαλλ-· ἴδε ἐν λ. βαλλάντιον.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
couper des bourses, être coupe-bourse.
Étymologie: βαλαντιοτόμος.
Spanish (DGE)
v. βαλλαντιοτομέω.