σφακελισμός

From LSJ
Revision as of 09:55, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_14)

Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn

Menander, Monostichoi, 337
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφᾰκελισμός Medium diacritics: σφακελισμός Low diacritics: σφακελισμός Capitals: ΣΦΑΚΕΛΙΣΜΟΣ
Transliteration A: sphakelismós Transliteration B: sphakelismos Transliteration C: sfakelismos Beta Code: sfakelismo/s

English (LSJ)

ὁ, = sq.,

   A ὀστέων Hp.Art. 33 (pl.); τοῦ ἐγκεφάλου Id.Morb.2.5, cf. Arist.PA672a33; of plants, rot, Thphr.HP4.14.2,4, 8.10.1; of the effect of cold on the foetus, Arist.Pr.860a19, cf. Erot.Fr.18.    2 = λύπη σφοδρά, Stoic.3.100.    3 epilepsy in horses, Hippiatr.108.

Greek (Liddell-Scott)

σφᾰκελισμός: ὁ, = τῷ ἑπομ., ὀστέων Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 799· τοῦ ἐγκεφάλου ὁ αὐτ. 463. 7, πρβλ. Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 9, 16· ἐπὶ φυτῶν, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 14, 12, κλπ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «σφακελισμὸς καὶ σφάκελοςἄμετρος ὀδύνη· καὶ ἡ μετὰ σπασμοῦ καὶ ὀδύνης πρόεσις· καὶ ἡ τῶν ὀστέων σῆψις», ἴδε καὶ Σουΐδ.