ὁ λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin
-ές (Μ άπειροπληθής, -οῦς)ο άπειρος κατά το πλήθος, απειράριθμος, αμέτρητος.