ιξοφάγος
From LSJ
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?
ἰξοφάγος, -ον (Α)
ιξοβόρος, αυτός που τρώει τον ιξό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰξός + -φάγος (< θ. φαγ- του ἔ-φαγ-ον που χρησιμεύει ως αόρ. β' του ἐσθίω), πρβλ. σαρκο-φάγος, φυτο-φάγος.