κοππατίας

Revision as of 23:56, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

English (LSJ)

ὁ,

   A branded with the letter Koppa as a mark, ἵππος κ. Ar. Nu.23 (with a play on κόπτω), 438, Fr.42.

German (Pape)

[Seite 1483] ὁ, ἵππος, ein Pferd, dem der Buchstabe Koppa (s. das Vorige) als Zeichen auf dem Schenkel eingebrannt war; es soll Korinth bedeutet haben, wo es vortreffliche Gestüte gab, die auf den Pegasus zurückgeführt wurden; Ar. Nubb. 23 (mit Anspielung auf κόπτω). 437. – Vgl. σαμφόρας.

Greek (Liddell-Scott)

κοππᾰτίας: ὁ, ἔχων ἔγκαυμα τοῦ γράμματος κόππα, (³) ὡς σημεῖον, ἵππος κ. Ἀριστοφ. Νεφ. 23 (μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τῆς λέξεως, κόπτω) 438, Ἀποσπ. 135. Λέγεται δὲ ὅτι ἐσήμαινε τὸ Κορινθιακὸν γένος τῶν ἵππων (ἴδε ἐν λ. κόππα), ὧν ἡ καταγωγὴ μυθικῶς ἀνεβιβάζετο μέχρι τοῦ Πηγάσου. ― Πρβλ. σαμφόρας, βουκέφαλος.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
marqué d’un qoppa sur la cuisse (cheval), signe d’une victoire remportée aux courses.
Étymologie: κόππα.

Greek Monolingual

κοππατίας, ὁ (Α) κόππα
(για ίππο) ο στιγματισμένος, αυτός που φέρει έγκαυμα με το σημείο κόππα («ὅτ' ἐπριάμην τὸν κοππατίαν [ενν. ἵππον]», Αριστοφ.).

Greek Monotonic

κοππᾰτίας: ὁ, αυτός που φέρει ως σημάδι κάψιμο με εντύπωση του γράμματος κόππα (Ϙ)· ἵππος κ., σε Αριστοφ.· πρβλ. σαμφόρας.