κοπτή
From LSJ
ὦ παῖδες Ἑλλήνων ἴτε ἐλευθεροῦτε πατρίδ', ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων: νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών. → O children of the Greeks, go, free your homeland, free also your children, your wives, the temples of your fathers' gods, and the tombs of your ancestors: now the struggle is for all things.
English (LSJ)
ἡ,
A = θαλάσσιον πράσον, Dionys.Utic. ap. Ath.14.648e. II v. κοπτός 11.2.
Greek (Liddell-Scott)
κοπτή: ἡ, = πράσον, Διονύσ. παρ’ Ἀθην. 648Ε. ΙΙ. ἴδε κοπτὸς ΙΙ.
Greek Monolingual
(I)
κοπτή, ἡ (Α)
θηλ. του κοπτός.———————— (II)
κοπτή ή κόπτη, ἡ (Α) κοπτός
θαλάσσιο πράσο.
Russian (Dvoretsky)
κοπτή: ἡ пирожок, коржик (из пшеничной муки на кунжутном масле) Anth.