ἑπτάγωνος
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
English (LSJ)
ον,
A heptagonal, ἀριθμός Nicom.Ar.2.7,11. II ἑπτάγωνα, τά, certain musical instruments, Arist.Pol.1341a41.
German (Pape)
[Seite 1012] siebeneckig; τὰ ἑπτάγωνα, eine Art musikalischer Instrumente, Arist. Polit. 8, 6.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτάγωνος: -ον, ἔχων ἑπτὰ γωνίας˙ ἐπὶ ἀριθμῶν ὑψουμένων εἰς τὴν ἑβδόμην δύναμιν, Νικομ. Ἀριθμ. 117. ΙΙ. ἑπτάγωνα, τά, εἶδος μουσικῶν ὀργάνων, Ἀριστ. Πολιτικ. 8. 6. 13.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM ἑπτάγωνος, -ον)
αυτός που έχει επτά γωνίες
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. τὸ επτάγωνο
γεωμετρικό σχήμα με επτά πλευρές και επτά γωνίες
αρχ.
(το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ἑπτάγωνα
είδος μουσικών οργάνων.