Βοηθὸς ἴσθι τοῖς καλῶς εἰργασμένοις → Bonis inceptis addas auxilium tuum → Erweise dich als Helfer dem, was gut getan
η1. κέντηση, νύξη2. η βελονιά του κεντήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. < κέντημα, -τος + κατάλ. -ιά (πρβλ. δαγκωματ-ιά, ζαρωματ-ιά)].