ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox
–ουναυτός που έχει κοιλοποδία.[ΕΤΥΜΟΛ. < κοῖλος + -πους (< πούς), πρβλ. μεγαλό-πους, ωκύ-πους].