λυγαριά

From LSJ
Revision as of 14:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr

Menander, Monostichoi, 228

Greek Monolingual

η
κοινή ονομασία του φυτού Vitex agnus-castus του γένους βίτεξ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. λυγ-αρέα (με συνίζηση λυγαριά) < λύγος + κατάλ. -αριά (πρβλ. κληματ-αριά, λαιμ-αριά)].