οικοτροφείο

From LSJ
Revision as of 09:22, 28 December 2021 by Spiros (talk | contribs)

οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη → for by so doing we shall also celebrate therewith the noble birth of these heroes

Source

Greek Monolingual

το
1. ίδρυμα στο οποίο παρέχεται στέγη και τροφή με καταβολή χρημάτων
2. δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο στο οποίο διαμένουν και τρέφονται οι μαθητές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οικότροφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1847 στο περιοδικό Αποθήκη τών ωφελίμων και τερπνών γνώσεων].

Translations

ar: مدرسة داخلية; ast: internáu; bg: пансион; ca: internat; cs: internátní škola; da: kostskole; de: Internat; en: boarding school; eo: internulejo; es: internado; et: internaatkool; eu: barnetegi; fa: مدرسه شبانه‌روزی; fi: sisäoppilaitos; fr: internat; gl: internado; gu: આશ્રમશાળા; he: פנימייה; hu: internátus; id: sekolah asrama; it: collegio scolastico; ja: ボーディングスクール; kk: пансиондар; ko: 기숙학교; ky: мектеп-интернат; la: oecotropheum; nl: kostschool; no: kostskole; pl: internat; pt: internato; ro: internat; ru: школа-интернат; sh: internat; simple: boarding school; sl: internat; sr: internat; sv: internatskola; uk: школа-інтернат; uz: internat maktab; vi: trường nội trú; zh: 寄宿学校