πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge
ὁμοδαίμων, -ον (Α)αυτός που έχει την ίδια τύχη με κάποιον.[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + δαίμων (πρβλ. ισοδαίμων)].