Ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων → A man's character is his fate
ὀπωροκάπηλος, ὁ ή ἡ (Α)οπωροπώλης.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + κάπηλος (πρβλ. αρχαιοκάπηλος)].