πλάτης
From LSJ
ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans
Full diacritics: πλάτης | Medium diacritics: πλάτης | Low diacritics: πλάτης | Capitals: ΠΛΑΤΗΣ |
Transliteration A: plátēs | Transliteration B: platēs | Transliteration C: platis | Beta Code: pla/ths |
v. πλάτας.
-ου και πλάτας, -α, ὁ, Α
το επίπεδο ὁπου οικοδομούνται τάφοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από το θ. του επιθ. πλατύς, με κατάλ. -ης].