πρόφανσις

From LSJ
Revision as of 07:16, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu

Menander, Monostichoi, 198

Greek (Liddell-Scott)

πρόφανσις: -εως, ἡ, ἀντὶ πρόφασις, Σοφ. Τρ. 262, ἐξ εἰκασίας τοῦ Δινδ., ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ, πρβλ. καὶ Εὐστ. Πονημ. 96. 18.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
recommandation.
Étymologie: προφαίνω.

Greek Monolingual

-άνσεως, ἡ, ΜΑ προφαίνω
υπόδειξη εκ τών προτέρων, οδηγία.

Russian (Dvoretsky)

πρόφανσις: εως ἡ предсказание (Soph. - v. l. к πρόφασις).