πτολίαρχος

From LSJ
Revision as of 12:54, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

περὶ ἀλόγων γραμμῶν καὶ ναστῶν → on incommensurable lines and solids

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πτολίαρχος Medium diacritics: πτολίαρχος Low diacritics: πτολίαρχος Capitals: ΠΤΟΛΙΑΡΧΟΣ
Transliteration A: ptolíarchos Transliteration B: ptoliarchos Transliteration C: ptoliarchos Beta Code: ptoli/arxos

English (LSJ)

Ep. for πολίαρχος, Call.Jov.73; also Πτολεμ-άρχης, ου, ὁ, Epigr.Gr.1036 (Nicomedia).

German (Pape)

[Seite 811] ep. statt πολίαρχος.

Greek (Liddell-Scott)

πτολίαρχος: Ἐπικ. ἀντὶ πολίαρχος, Καλλ. εἰς Δία 73· -άρχης, Συλλ. Ἐπιγρ. 3769.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(ποιητ. τ.) πολίαρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πτόλις, επικ. τ. του πόλις + -αρχος].