συνεκφώνηση

From LSJ
Revision as of 12:40, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

καί τιν᾿ ὀίω αἵματί τ' ἐγκεφάλῳ τε παλαξέμεν ἄσπετον οὖδας ἀνδρῶν μνηστήρων, οἵ τοι βίοτον κατέδουσιν → and I think some one of the suitors that devour your property shall bespatter the vast earth with his blood and brains

Source

Greek Monolingual

η / συνεκφώνησις, -ήσεως, ΝΜΑ συνεκφωνῶ
ταυτόχρονη εκφώνηση, συνεκφορά (α. «συνεκφώνηση φθόγγων» β. «ἂν γὰρ προαναφώνησίν τις εἴπῃ καὶ συνεκφώνησιν αἰτιάσηται», Κλήμ. Αλ.)
αρχ.
γραμμ. η συνίζηση.

Greek Monolingual

η / συνεκφώνησις, -ήσεως, ΝΜΑ συνεκφωνῶ
ταυτόχρονη εκφώνηση, συνεκφορά (α. «συνεκφώνηση φθόγγων» β. «ἂν γὰρ προαναφώνησίν τις εἴπῃ καὶ συνεκφώνησιν αἰτιάσηται», Κλήμ. Αλ.)
αρχ.
γραμμ. η συνίζηση.