Οὐ λύσῃς, ὦ ξένε, τόν ἐν τῆ οἰκία φίλον; (Ου λύσης, ω ξένε, τον εν τη οικία φίλον) → Won't you release the friend?
v. ὄμνυμι.
ὀμώμοκα: πρκμ. τοῦ ὄμνυμι.
ὀμώμοκα: pf. к ὄμνυμι.