λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
ὑποδέχομαι, ὑπολαμβάνω, ἑστιάω, ἱστιάω, προσλαμβάνω