Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
σίνομαι ;; σινέομαι ;; σίννομαι ;; ἐπισκοτέω ;; καταβλάπτω ;; ζημιόω ;; ἐπεμβαίνω ;; παραλυπέω ;; βλάπτω