περιανίστημι
From LSJ
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
English (LSJ)
A rouse up, τινα dub. in Ph.2.552:—Pass., with aor. 2, pf., and plpf. Act., arise from sleep, start up, Id.1.672, al., Apollod.2.1.4.
Greek (Liddell-Scott)
περιανίστημι: ἐγείρω τινὰ ἐκ τοῦ ὕπνου, ἀφυπνίζω, τινὰ Φίλων 2. 552. ― Παθ., μετ’ ἀορ. β΄, πρκμ. καὶ ὑπερσ. ἐνεργ., ἀφυπνίζομαι, «ἐξυπνῶ», περιαναστὰς ἐκ βαθέος ὕπνου Φίλων 1. 672, Ἀπολλόδ. 2. 1, 4.
Greek Monolingual
Α
σηκώνω κάποιον από τον ύπνο, ξυπνώ («ῥίπτει βέλος... καὶ κοιμωμένου Σατύρου τυγχάνει, κἀκεῑνος περιαναστάς», Αππολλδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἀνίστημι «σηκώνω, εγείρω κάποιον»].