ἀνακομιστέον
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
English (LSJ)
A one must restore to health, Paul.Aeg.3.39. 2 of Pass., one must return, Ach.Tat.5.11.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακομιστέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀνακομίζω, πρέπει τις νὰ ἀποκαταστήσῃ τινὰ εἰς ὑγείαν, νὰ ἐνδυναμώσῃ αὐτὸν, «ἀνακομιστέον αὐτοὺς ὄρνιθος νεοττοῖς» Παῦλ. Αιγ. 2) πρέπει τις νὰ ἐπανέλθῃ, εἰς τὴν πατρίδα ἀνακομιστέον Ἀχιλλ. Τάτ. 5. 11.
Spanish (DGE)
1 hay que restablecer αὐτούς de convalecientes, Paul.Aeg.3.39.
2 hay que volverεἰς τὴν πατρίδα Ach.Tat.5.11.3.