τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
Full diacritics: ὀρρόμελι | Medium diacritics: ὀρρόμελι | Low diacritics: ορρόμελι | Capitals: ΟΡΡΟΜΕΛΙ |
Transliteration A: orrómeli | Transliteration B: orromeli | Transliteration C: orromeli | Beta Code: o)rro/meli |
ιτος, τό, A whey and honey, Gp.12.22.1 (v.l. οἰνό-).
ὀρρόμελι, -ιτος, τὸ (Μ)
τυρόγαλο με μέλι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀρρός (βλ. λ. ορός) + μέλι.