νῆτρον
From LSJ
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 254] τό, die Spindel, von νέω, spinnen, Suid. erkl. κλωστήριον.
Greek (Liddell-Scott)
νῆτρον: τό, (νέω Δ) ἄτρακτος, «τὸ κλωστήριον» Σουΐδ.
Greek Monolingual
νῆτρον, τὸ (Α)
(κατά το λεξ. Σούδα) «κλωστήριον».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. νη- του νήθω «γνέθω» + επίθημα -τρον (πρβλ. μάκ-τρον, νίπ-τρον)].