Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐκαμψία

From LSJ
Revision as of 01:50, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ζήτει συναγαγεῖν ἐκ δικαίων τὸν βίον → Vitam ex honestis tibi para negotiis → Erwirb dir nur gerechten Lebensunterhalt

Menander, Monostichoi, 196
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐκαμψία Medium diacritics: εὐκαμψία Low diacritics: ευκαμψία Capitals: ΕΥΚΑΜΨΙΑ
Transliteration A: eukampsía Transliteration B: eukampsia Transliteration C: efkampsia Beta Code: eu)kamyi/a

English (LSJ)

ἡ, A flexibility, of the voice, Arist.GA786b10.

German (Pape)

[Seite 1073] ἡ, Biegsamkeit, Ggstz ἀκαμψία, Arist. gen. anim. 5, 7.

Greek (Liddell-Scott)

εὐκαμψία: ἡ, τὸ εὔκαμπτον, τῆς φωνῆς Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 7. 26.

Greek Monolingual

η (ΑΜ εὐκαμψία) εύκαμπτος
η ιδιότητα του εύκαμπτου, η ευλυγυσία
νεοελλ.
η ενδοτικότητα, η αστάθειαευκαμψία χαρακτήρα»)
αρχ.
(για φωνή) πλαστικότητα.

Russian (Dvoretsky)

εὐκαμψία: ἡ гибкость (τῆς φωνῆς Arst.).