κυμβαλοκρούστης

From LSJ
Revision as of 13:15, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann

Menander, Monostichoi, 363
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κυμβᾰλοκρούστης Medium diacritics: κυμβαλοκρούστης Low diacritics: κυμβαλοκρούστης Capitals: ΚΥΜΒΑΛΟΚΡΟΥΣΤΗΣ
Transliteration A: kymbalokroústēs Transliteration B: kymbalokroustēs Transliteration C: kymvalokroystis Beta Code: kumbalokrou/sths

English (LSJ)

ου, ὁ, A = κυμβαλιστής, Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

κυμβαλοκρούστης: -ου, ὁ, = κυμβαλιστής, Γλώσσ.

Greek Monolingual

κυμβαλοκρούστης, ὁ (Α)
κυμβαλιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύμβαλον + κρούστης (< κρούω)].