μυελοτρεφής

From LSJ
Revision as of 15:45, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυελοτρεφής Medium diacritics: μυελοτρεφής Low diacritics: μυελοτρεφής Capitals: ΜΥΕΛΟΤΡΕΦΗΣ
Transliteration A: myelotrephḗs Transliteration B: myelotrephēs Transliteration C: myelotrefis Beta Code: muelotrefh/s

English (LSJ)

ές, A breeding marrow, Tim.Fr.24.

German (Pape)

[Seite 213] ές, marknährend, gebend, E. M 630, 43 aus Timotheus.

Greek (Liddell-Scott)

μυελοτρεφής: -ές, τεθραμμένος διὰ μυελοῦ, Τιμόθ. 11.

Greek Monolingual

μυελοτρεφής, -ές (Α)
αυτός που τρέφεται ή έχει τραφεί με μυελό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυελός + -τρεφής (< τρέφω), πρβλ. μηρο-τρεφής].