τεφροειδής

From LSJ
Revision as of 12:50, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεφροειδής Medium diacritics: τεφροειδής Low diacritics: τεφροειδής Capitals: ΤΕΦΡΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: tephroeidḗs Transliteration B: tephroeidēs Transliteration C: tefroeidis Beta Code: tefroeidh/s

English (LSJ)

ές, A like ashes, ash-coloured, Dsc.4.109, Aret.SD1.14.

German (Pape)

[Seite 1102] ές, wie Asche, aschgrau, Diosc. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τεφροειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς τέφραν, τεφρόχρους, Διόσκ. 4. 110.

Greek Monolingual

-ές, ΝΑ
αυτός που έχει το χρώμα της τέφρας, σταχτής
νεοελλ.
αυτός που μοιάζει με την τέφρα ως προς τη σύσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέφρα + -ειδής].