ἑπτάειδος
From LSJ
οἱ Κυρηναϊκοὶ δόξαις ἐχρῶντο τοιαύταις: δύο πάθη ὑφίσταντο, πόνον καὶ ἡδονήν, τὴν μὲν λείαν κίνησιν, τὴν ἡδονήν, τὸν δὲ πόνον τραχεῖαν κίνησιν → the Cyrenaics admitted two sensations, pain and pleasure, the one consisting in a smooth motion, pleasure, the other a rough motion, pain
English (LSJ)
[ᾰ], ον, A containing seven ingredients, ἀντίδοτος Paul.Aeg. 3.78.22 ; cf. ἑξάειδος.
Greek Monolingual
ἑπτάειδος, -ον (Α)
όποιος περιέχει επτά είδη, επτά συστατικά.