θοιναρμόστρια

From LSJ
Revision as of 11:36, 11 January 2021 by Spiros (talk | contribs)

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θοιναρμόστρια Medium diacritics: θοιναρμόστρια Low diacritics: θοιναρμόστρια Capitals: ΘΟΙΝΑΡΜΟΣΤΡΙΑ
Transliteration A: thoinarmóstria Transliteration B: thoinarmostria Transliteration C: thoinarmostria Beta Code: qoinarmo/stria

English (LSJ)

ἡ, A mistress of the banquet, cult-title, esp. in the worship of Demeter and Kore, in Laconia and Messenia, IG5(1).584, 1498, etc.: spelt θυναρμόστρια ib.583, σειναρμόστρια ib.229.

Greek (Liddell-Scott)

θοιναρμόστρια: ἡ, ἡ δέσποινα ἡ προϊσταμένη συμποσίου, Ἐπιγραφ. Λακων. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1430, - 16, -51· θυναρμόστρια, 1435-6· οὕτω, θύναρχος, ἀντὶ θοίν-, ὁ, Ἐπιγρ. Βοιωτ., αὐτόθι 1569.

Greek Monolingual

θοιναρμόστρια, ἡ (Α)
επιγρ. (τίτλος λατρείας, ιδίως της Δήμητρος και της Κόρης στη Λακωνία και στη Μεσσηνία) η δέσποινα, η κυρία, η προϊσταμένη συμποσίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θοίνη + αρμόστρια, θηλ. του αρμοστής].