πετηλίς

From LSJ
Revision as of 15:25, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

τὴν ἐρημίαν τῶν κωλυσόντων ὁρῶνseeing that there would be none to hinder him

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πετηλίς Medium diacritics: πετηλίς Low diacritics: πετηλίς Capitals: ΠΕΤΗΛΙΣ
Transliteration A: petēlís Transliteration B: petēlis Transliteration C: petilis Beta Code: pethli/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, locust, Hsch. πέτηλον, τό, v. πέτᾰλον.

Greek (Liddell-Scott)

πετηλίς: -ίδος· «ἀκρὶς» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ακρίς».
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Αβέβαιη παραμένει η σύνδεση της λ. με το πετάννυμι ή το πέτομαι (πρβλ. και πετηνίς)].