ἐρυθρίασις
From LSJ
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
English (LSJ)
Ion. ἐρυθρ-ίησις, εως, ἡ, A ruddiness, blushing, Hp.Decent.5, Hsch. s.v. λατραπία.
German (Pape)
[Seite 1036] ἡ, ion. ἐρυθρίησις, das Erröthen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἐρυθρίᾱσις: Ἰων. -ησις, εως, ἡ, κοκκίνισμα, Ἱππ. 23. 24.