Θεμίστιος
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
English (LSJ)
ὁ, patron of right, of Zeus, Plu. 2.1065e.
name of month in Thessaly, etc., IG 9(1).689, etc.
English (Slater)
Θεμίστιος of the Aiginetan clan of the Psalychiadai, v. Severyns, Bacchylide, 42ff. εἰ δὲ Θεμίστιον ἵκεις ὥστ' ἀείδειν, μηκέτι ῥίγει (N. 5.50) τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι (I. 6.65)