μεταδημότης
From LSJ
εἰργάζοντο λογάδην φέροντες λίθους καὶ ξυνετίθεσαν ὡς ἕκαστόν τι ξυμβαίνοι → they went to work bringing the stones as they picked them out and put them together as each one happened to fit
Greek Monolingual
ο
δημότης που μετεγγράφεται στα μητρώα άλλου δήμου ή άλλης κοινότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + δημότης (< δήμος), πρβλ. ετεροδημότης.