χλαμυρίς

Revision as of 17:00, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

English (LSJ)

= βρόμος (B), Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «πόα, ὁ κυρίως βρόμος».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. χλαμυρίς ανάγεται, κατά την πιθανότερη άποψη, στη συνεσταλμένη βαθμίδα της ΙΕ ρίζας ghel- της λ. χλόη και έχει σχηματιστεί από μια μορφή θ. σε -m- (πρβλ. και το ομόρριζο λιθουαν. želmuo «ρώμη, σφρίγος» [για φυτά]) και επίθημα -υρ-ίς (< κατάλ. -υρος, πρβλ. γλαφυρός). Στην ίδια μορφή ρίζας, αλλά με διαφορετικό φωνηεντισμό, ανάγεται και ο τ. του Ησύχ. χλεμυράνo χλοανθοῦσαν, καθώς και ο τ. χλεμερόν
χλιαρόν, θερμόν, ο οποίος εμφανίζει διαφορετικό επίθημα -ερός (πρβλ. τρυφερός) και απέχει και σημασιολογικά (για τις μορφές της ρίζας βλ. λ. χλόη)].