μελιτερπής
From LSJ
φωνὰ τύ τίς ἐσσι καὶ οὐδὲν ἄλλο → it's all voice you are, and nothing else | it's all voice ye are, and nought else
English (LSJ)
ές, honey-sweet, μολπή Simon.184.9.
German (Pape)
[Seite 124] ές, honigsüß ergötzend, μολπή, Simonds. 49 (VII, 25).
Russian (Dvoretsky)
μελῐτερπής: отрадный как мед, усладительный (μολπή Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
μελῐτερπής: -ές, γλυκὺς ὡς τὸ μέλι, μολπὴ Σιμων. 116. 9.
Greek Monolingual
μελιτερπής, -ές (Α)
αυτός που τέρπει ή ευχαριστεί όπως το μέλι ή αυτός που είναι γλυκός σαν το μέλι («μολπῆς μελιτερπέος», Σιμων.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + -τερπής (< τέρπω), θεο-τερπής, θυμο-τερπής].