ἐμφυλλισμός
Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
English (LSJ)
ὁ, engrafting, side-graft, Gp.10.75.1.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
bot. injerto de lado, lateral e.e. entre el tronco y la corteza τὸ κίτριον μόλις δέχεται ἐμφυλλισμόν, ὡς λεπτόφλοιον Gp.10.76.7, op. ἐγκεντρισμός ‘injerto en el interior’ del tronco Gp.10.75.3, 76.7
•injerto por aproximación δεῖ πρὸ τοῦ ἐγκεντρισμοῦ πάσσαλον παραπῆξαι τοῦ διάσειστον κρατεῖν τὸ ἐγκεντρισθέν. καλεῖται δὲ τοῦτο ἐ. Anecd.Plant.2.2.
German (Pape)
[Seite 820] ὁ, das Pfropfen zwischen Holz und Rinde, Geop.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμφυλλισμός: ἐγκεντρισμός, «ἐμβόλιασμα», Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 6, 4, Γεωπ. 10. 75, 1.
Greek Monolingual
ἐμφυλλισμός, ο (AM)
η ενοφθάλμιση, ο εγκεντρισμός, το μπόλιασμα μοσχεύματος σ' ένα δένδρο.
Russian (Dvoretsky)
ἐμφυλλισμός: ὁ с.-х. прививка Arst.