ἀγλαόκωμος
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
ον, giving splendour to the feast, φωνή Pi.O.3.6.
Spanish (DGE)
-ον de hermoso como o coro φωνά Pi.O.3.6.
German (Pape)
[Seite 16] φωνή, das Fest verherrlichende Stimme, Pind. Ol. 3, 6.
Russian (Dvoretsky)
ἀγλαόκωμος: служащий украшением празднества (φωνή Pind.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγλαόκωμος: -ον, ὁ παρέχων λαμπρότητα εἰς τὴν ἑορτήν, λαμπρύνων τὸν κῶμον, φωνή, Πινδ. Ὀ. 3. 10.
English (Slater)
ἀγλᾰόκωμος, -ον of triumphant celebration Δωρίῳ φωνὰν ἐναρμόξαι πεδίλῳ ἀγλαόκωμον (O. 3.6)