εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων → blessed is our God always, now and ever, and to the ages of ages
Full diacritics: λάξομαι | Medium diacritics: λάξομαι | Low diacritics: λάξομαι | Capitals: ΛΑΞΟΜΑΙ |
Transliteration A: láxomai | Transliteration B: laxomai | Transliteration C: laxomai | Beta Code: la/comai |
Ion. for λήξομαι, fut. of λαγχάνω.
f. ion. de λαγχάνω.
λάξομαι: ион. fut. к λαγχάνω.
λάξομαι: Ἰων. ἀντὶ τοῦ λήξομαι, μέλλ. τοῦ λαγχάνω.
λάξομαι: Ιων. αντί λήξομαι, μέλ. του λαγχάνω.