πολύμαλος

From LSJ
Revision as of 16:55, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will

Menander, Monostichoi, 223
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύμᾱλος Medium diacritics: πολύμαλος Low diacritics: πολύμαλος Capitals: ΠΟΛΥΜΑΛΟΣ
Transliteration A: polýmalos Transliteration B: polymalos Transliteration C: polymalos Beta Code: polu/malos

English (LSJ)

ον, v. πολύμηλος.

Russian (Dvoretsky)

πολύμᾱλος: дор. = πολύμηλος.

Greek (Liddell-Scott)

πολύμᾱλος: -ον, ἴδε ἐν λ. πολύμηλος.

English (Slater)

πολύμᾱλος rich in fruit v. πολύμηλος.]

Greek Monolingual

-ον, Α
πλούσιος σε μήλα, σε καρπούς δέντρων («ἐν πολυμάλω Σικελίᾳ», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -μαλος (< μᾶλον, δωρ. τ. του μῆλον «μήλο, καρπός, φρούτο»)].

German (Pape)

[ᾱ], dor. = πολύμηλος.